Φανάρια...Αναμνήσεις...Πίκρες...

-Μπαίνω λοιπόν στο Γιβραλτάρ, βάζω πορεία Λεβάντε, και πάω για Αλγέρι. Στο τηλέφωνο φωνάζω συνέχεια να μ’ έχουν στην προσοχή τους, δεν αρμενίζω καλά, έχω πρόβλημα, κάνω νερά.
Στο Αλγέρι είναι ένα φανάρι το Κάβο-Τενές, που πέντε μίλια αλάργα απ’ τη στεριά, ο πάτος, είναι πεντακόσιες οργιές. Το ξέρεις το φανάρι;
- Όχι Καπταν-Γιάννη. Πέρασα μια φορά, δεν το θυμάμαι.
- Βράδυ, ανοίγω τα ιντζέξια στο μηχανοστάσιο, πλημμυρίζει, κι’ όταν το νερό φτάσει πάνω από τα πανιόλλα, ήρεμα ξυπνάω τους μαύρους και τους λέω ότι βουλιάζουμε. Παίρνω το ημερολόγιο στη μασχάλη, κατεβάζουμε την βάρκα. Το σκάφος σου βλέπει τον πάτο. Στις πεντακόσιες οργιές. Εγώ πάω στην πρεσβεία μου, οι μαύροι στην δική τους. Και όλα σένια. Βλέπεις κανένα νταγιάντισμα* (σκάλωμα) Καπτάν-Δημήτρη;
Άναψα το χιλιοστό τσιγάρο. Όχι δεν έβλεπα κανένα νταγιάντισμα. Είχα να κάνω με επαγγελματία εκτελεστή.
Δεν μπορούσα να πω ότι χαιρόμουν, αλλά το σχέδιο έδειχνε αλάνθαστο.

Σχόλια